INTERVIEW_Rémi Bezançon & David Foenkinos
Ρεμί Μπεζανσόν: “Όταν μου μιλάνε για το Netflix, μου σηκώνεται η τρίχα”
Το Μυστήριο του Κυρίου Πικ είναι η νέα ταινία του Rémi Bezançon, ο οποίος αποφασίζει να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το τελευταίο βιβλίο του David Foenkinos, με τον ίδιο τίτλο και προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες εδώ και λίγα 24ωρα. Το Move It Magazine βρέθηκε ενώπιον των δύο δημιουργών και μίλησε για όλα όσα συνθέτουν μια όμορφη ιστορία, όπως είναι αυτή που επιχειρούν να αφηγηθούν.
Χριστίνα Καλογεροπούλου: Πώς βρήκατε την ιδέα για το συγκεκριμένο μυθιστόρημα (προς David Foenkinos) και τι σας τράβηξε στο να επιλέξετε το συγκεκριμένο βιβλίο για την νέα σας ταινία (προς Rémi Bezançon);
David Foenkinos: Η ιδέα ξεκίνησε όταν ανακάλυψα αυτή τη βιβλιοθήκη των απαγορευμένων βιβλίων που υπήρχε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πίστευα πως ήταν μια ιδέα πολύ όμορφη και πολύ ποιητική, τέλεια για ένα μυθιστόρημα. Έτσι λοιπόν αποφάσισα να την τοποθετήσω στη Βρετάνη. Και είπα στον εαυτό μου, τι ωραία που θα ήταν μια εκδότρια να ανακαλύψει αυτό το βιβλίο μέσα στη βιβλιοθήκη της!
Rémi Bezançon: Αυτό που μου άρεσε διαβάζοντας το βιβλίο του David ήταν η λογοτεχνική έρευνα. Αυτή η βιβλιοθήκη των απαγορευμένων βιβλίων αλλά και αυτή η λογοτεχνική προσωπικότητα που θα κάνει την έρευνα. Πιστεύω ότι ήταν ένα βιβλίο που μπορούσε να γίνει ταινία είδους αλλά και μία έξυπνη κωμωδία. Ήθελα πολύ να δουλέψω με τον Φαμπρίς Λουκινί, γιατί είναι πολύ καλός ηθοποιός αλλά και μία λογοτεχνική προσωπικότητα ο ίδιος, λες και γι’ αυτόν είχε γραφτεί ο ρόλος.
ΧΚ: Άρα με το που διαβάσατε για τον χαρακτήρα, σκεφτήκατε αμέσως πως εκείνον θέλετε για το ρόλο, ή περάσατε από καστ ηθοποιούς;
RB: Αυτό το πρόσωπο μπαίνει αργά στην ιστορία. Νομίζω στη σελίδα 153 (γέλιο)! Αλλά μόλις διάβασα γι’ αυτό και την εξέλιξη του, κατευθείαν σκέφτηκα τον Φαμπρίς Λουκινί. Μόλις μίλησα και με τον Νταβίντ γι’ αυτό το βιβλίο, κατευθείαν του μίλησα για τον κύριο Λουκινί και βρήκε κι αυτός την ιδέα εξαιρετική.
DF: Ο Λουκινί είναι πολύ μεγάλος ηθοποιός και κάνει λίγες ταινίες οπότε πρέπει ο σκηνοθέτης να προσπαθήσει να τον πείσει να συμμετέχει στην ταινία του γιατί του προτείνουν πολλούς ρόλους.
XK: Μεταξύ σας πως ήταν η συνεργασία; Ρεμί, αλλάξατε πολλά πράγματα από το βιβλίο; Υπήρχαν τυχόν διαφωνίες;
RB: Δεν δουλέψαμε μαζί. Εγώ έγραψα το σενάριο. Για εμένα ήταν φανερό ότι έτσι έπρεπε να γίνει. Βέβαια είδαμε πολλές φορές μαζί την ταινία, μιλήσαμε πολλές φορές και διαβάσαμε και το σενάριο πολλές φορές, και κάπως έτσι έγινε η συνεργασία. Στην αρχή αναρωτηθήκαμε μήπως έπρεπε να γράψουμε μαζί το σενάριο. Σκέφτηκα μήπως να έγραφε και ο Νταβίντ το σενάριο ή να το κάνουμε μαζί, αλλά μου φάνηκε ότι ήταν σα να προδίδουμε με το βιβλίο, εάν ο συγγραφέας έκανε κάτι τέτοιο. Υπήρχε μια συγκεκριμένη ιδέα στο μυαλό μου γι’ αυτό που ήθελα να κάνω. Η κόσμοι μας είναι αρκετά κοντινοί. Στο παρελθόν είχαμε προσπάθησε ξανά να συνεργαστούμε, αλλά τελικά δεν έγινε η ταινία. Αλλά τώρα ήταν η ευκαιρία να το κάνουμε.
ΧΚ: Κι αυτή η συνεργασία έγινε και πολύ γρήγορα! Βγήκε το βιβλίο και μετά από σχεδόν 3 χρόνια έγινε και η ταινία.
DF: Ναι, πράγματι. Αλλά εμείς γνωριζόμαστε από παλιά έτσι και αλλιώς πολλά χρόνια. Βέβαια είχα στείλει στον Ρεμί όλα μου τα βιβλία, θέλοντας να τα σκηνοθετήσει, εκτός από αυτό!
ΧΚ: (προς David Foenkinos) Έχουν γίνει πλέον αρκετά βιβλία σας ταινίες. Μήπως έχετε μπει σε μια συγγραφική διαδικασία να γράφετε και να έχετε στην άκρη του μυαλού σας, πως μπορεί το βιβλίο σας να μεταφερθεί εν τέλει στην μεγάλη οθόνη, άρα το προσαρμόζετε αναλόγως;
DF: Όχι, δεν το σκέφτομαι έτσι. Όταν γράφω θέλω πραγματικά να είναι κάτι βαθύ ψυχολογικά και να πάω μέχρι το τέλος της ιστορίας έτσι. Είμαι και σκηνοθέτης, οπότε εάν θελήσω να γράψω κάτι για τον κινηματογράφο, θα γράψω κατευθείαν κάτι για τον κινηματογράφο. Τα βιβλία μου γίνονται ταινίες επειδή είναι αρκετά ρεαλιστικά. Έχουν αρχή, μέση και τέλος. Έχω γράψει βιβλία που έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο πολύ άσχημα. Αλλά δεν θα πω ποια (γέλια)!
RB: Πιστεύω πως τα βιβλία του Νταβίντ είναι γραμμένα έτσι, που ταιριάζουν πολύ να γίνουν κινηματογραφικές ταινίες. Έχουν πολύ έντονους διαλόγους, ρόλους, και είναι και αστεία. Για παράδειγμα η Σάρλοτ[1] είναι πάρα πολύ αστείο βιβλίο, γιατί είναι και δραματικό.
ΧΚ: Πώς αποφασίσατε να γίνετε σκηνοθέτης (προς τον Ρεμί) και συγγραφέας (προς τον Νταβίντ), αλλά και να μπλέξετε και κάπως αυτές τις δύο ιδιότητες;
DF: Εγώ είμαι και σκηνοθέτης και συγγραφέας και ο Ρεμί είναι μόνο σκηνοθέτης, βέβαια γράφει πολύ καλά σενάρια, και μπορεί κι αυτός τελικά να γίνει μυθιστοριογράφος. Είναι πιο εύκολο ο συγγραφέας να μπορεί να γίνει σκηνοθέτης, αλλά ο σκηνοθέτης πιο δύσκολα γίνεται συγγραφέας.
RB: Πιστεύω ότι η συγγραφή ενός σεναρίου είναι πολύ διαφορετική από τη συγγραφή ενός βιβλίου. Ένα σενάριο δεν φτιάχνεται για να διαβαστεί οπότε δεν έχει καμία σχέση με το βιβλίο. Οπότε δεν θα γράψω ποτέ μυθιστόρημα. Από μικρός μου άρεσε να αφηγούμαι ιστορίες και ο κινηματογράφος μου φαινόταν το κατάλληλο μέσο για να το κάνω. Εμένα μου άρεσαν ηθοποιοί, η συγγραφή, οι ρόλοι, οι διάλογοι. Είναι λιγότερο μοναχικό επάγγελμα από το να γράφεις ένα μυθιστόρημα.
DF: Εγώ δεν έχω ξεκάθαρη απάντηση στην ερώτηση. Για εμένα υπήρχε πάντοτε μια ψύχωση να γίνω συγγραφέας. Ξέρω ότι θα έγραφα σε όλη μου τη ζωή, ακόμα και αν δεν είχα εκδοθεί, ακόμα και αν δεν είχα επιτυχία. Και η σκηνοθεσία για εμένα ήταν ένα όνειρο. Αλλά μπορεί να είναι και σπαστικό! Είναι πολύ συναρπαστικό να γράφω για κάποια πρόσωπα και μετά να τα βλέπω ζωντανά στην οθόνη. Είναι επίσης αξέχαστο το να δουλεύεις με μεγάλους ηθοποιούς, όπως για παράδειγμα εγώ δούλεψα με τον Λουκινί ή την Ωντρέ Τουτού. Το 2011 ήταν η τελευταία ταινία που έκανε, πλέον δεν κάνει πολλές ταινίες.
ΧΚ: Πώς η τεχνολογία έχει αλλάξει τον τρόπο που γίνονται οι ταινίες και γράφονται τα βιβλία; Φθίνει ίσως κάπως η τέχνη του βιβλίου εξαιτίας της;
DF: O Ρεμί χρησιμοποιεί πολύ το tinder (γέλια!) για να κάνει το κάστινγκ στις ηθοποιούς του! Όλες τις βρίσκει από εκεί (γέλια!)
RB: Για τον Νταβίντ δεν νομίζω να τον επηρέασε πολύ η εξέλιξη της τεχνολογίας στη συγγραφή.
DF: Στην αρχή είχα ένα αναμένο κερί και έγραφα στο γραφείο μου, ενώ τώρα γράφω σε Mac. Αλλά πέρα από την πλάκα, για εμένα είναι φοβερό το γεγονός ότι πλέον μπορείς να γράφεις παντού. Έχοντας μονάχα έναν υπολογιστή μπορώ να ταξιδεύω και να γράφω. Τα βιβλία μου έχουν μεταφραστεί σε όλο τον κόσμο. Εγώ μπορώ να ταξιδεύω και έχοντας μονάχα αυτό το εργαλείο, έναν υπολογιστή, μπορώ να γράφω οπουδήποτε. Και ίσα ίσα γράφω καλύτερα ταξιδεύοντας.
RB: Οι πρώτες τρεις ταινίες μου έγιναν σε φίλμ. Αλλά για εμένα δεν έχει αλλάξει κάτι πραγματικά. Είναι μικρά τα πράματα που έχουν αλλάξει. Πραγματικά δεν υπήρχε μεγάλη εξέλιξη στο χώρο του κινηματογράφου για εμένα.
ΧΚ: Το λέω περισσότερο καθώς τώρα υπάρχουν περισσότερες πλατφόρμες, στις οποίες μπορεί κανείς να πουλήσει τις ταινίες του, από το να περιμένει κάποια εταιρία διανομής να την αγοράσει, ώστε να προβληθεί σε διάφορα σινεμά. Ή από την άλλη, ένας σκηνοθέτης δεν χρειάζεται πλέον να πάει σε έναν τόπο απαραίτητα για το γύρισμα, αλλά μπορεί να προβάλει πλάνα ψηφιακά. Σας αρέσει αυτό σαν ιδέα;
RB: Εγώ κάνω ταινίες για να προβάλλονται στο σινεμά. Για τη μεγάλη οθόνη. Όταν μου μιλάνε για το Netflix, μου σηκώνεται η τρίχα. Οι ταινίες που κάνω δεν είναι φτιαγμένες για να τις δούμε ούτε στο κινητό μας, ούτε στο τάμπλετ, ούτε στον υπολογιστή. Για εμένα είναι απογοητευτικό να βλέπω μεγάλους σκηνοθέτες να βγάζουν τις ταινίες τους στο Netflix.
DF: Εγώ νομίζω πάντως πως ίσως δεν έχουν επιλογή.
RB: Εγώ πάλι πιστεύω πως πάντα έχεις επιλογή. Θα μπορούσε να την παράξει μόνος του την ταινία.
DF: Εγώ είμαι χαρούμενος γιατί το Επιστροφή στον Έρωτα βγήκε τώρα στο Netflix και επιτρέπει σε πολύ κόσμο να έχει πρόσβαση και να τη δει.
RB: Εγώ δεν είμαι αντίθετος στην ίδια την πλατφόρμα ή να βγαίνουν οι ταινίες στο Netflix. Είμαι αντίθετος στο να μην βγαίνουν οι ταινίες στον κινηματογράφο, όμως. Αν είναι έτσι, να σταματήσουμε κατευθείαν. Τέλος ο κινηματογράφος. Να κάνουμε ταινίες μόνο για τη μικρή οθόνη. Νομίζω πως στους ανθρώπους αρέσει πάντα να πηγαίνουν στον κινηματογράφο.
DF: Βλέπεις με την ερώτησή σου μας φέρνεις σε διαφωνίες.
Και κάπως έτσι, τελείωσε μία από τις πιο αστείες και ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις. Το δίδυμο αυτό, ήταν το λιγότερο απολαυστικό, ιδίως στους σχολιασμούς που έκαναν μεταξύ τους, που δύσκολα μπορούν να αποτυπωθούν απόλυτα σε κείμενο. Απολαυστικοί και άκρως ενδιαφέροντες συνομιλητές, και τα δημιουργήματά τους δεν θα μπορούσαν να είναι τίποτα λιγότερο.
[1] Το βιβλίο έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από την Οντέτ Βαρών – Βασάρ και έχει εκδοθεί από το Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
Το κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στο MOVEIT magazine.