INTERVIEW_ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΤΟΠΑΛΙΔΟΥ
Αναστασία Τοπαλίδου: Ας αφήσουμε στην άκρη τις σκιές μας για να κοιτάξουμε προς το φως
Η Αναστασία Τοπαλίδου είναι Εμβιομηχανικός, ερευνήτρια κλινικής μηχανικής και βιολογικών μετρήσεων, υποψήφια διδάκτωρ του Τμήματος Ιατρικής Κρήτης και συνεργαζόμενη ερευνήτρια του Ινστιτούτου Τεχνολογίας και Έρευνας. Έχει ειδικευθεί στην ορθοπαιδική εμβιομηχανική και στη δημιουργία καινοτόμων τεχνολογιών για εφαρμογή στην ιατρική πράξη. Παράλληλα, συμμετέχει σε ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα και έχει λάβει σχετικές διακρίσεις, βραβεία και υποτροφίες. Έχει αρκετές επιστημονικές δημοσιεύσεις, ομιλίες και παρουσιάσεις σε συνέδρια, ενώ έχει συμμετάσχει και σε συγγραφή βιβλίων. Έχει εργαστεί και προσφέρει εθελοντικά τις υπηρεσίες της σε συλλόγους ευπαθών ομάδων και ατόμων με αναπηρία επί σειρά ετών. Τέλος, φέρει σημαντικές διακρίσεις στον αθλητισμό ως αθλήτρια και ως διαιτητής-κριτής σε Ολυμπιακούς Αγώνες και σε Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα μπάντμιντον.
Ως μέλος του κινήματος «ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ» συμμετείχε στο ψηφοδέλτιο του, ως υποψήφια ευρωβουλευτής, ενώ η υποψηφιότητά της προτάθηκε από φίλους του Ποταμιού μέσω διαδικτυακής διαδικασίας.
Η επαφή σας με την εκπαίδευση, συμφωνεί με μια πρόσφατη μελέτη του εκδοτικού οίκου Pearson για λογαριασμό του ιδρύματος Economist Intelligence Unit, που κατατάσσει το εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας στην τελευταία θέση στην Ευρώπη και στην 33η στον κόσμο;
Η εκπαίδευση στην Ελλάδα, όπως και πολλοί άλλοι καθοριστικοί τομείς, δεν αντιμετωπίζεται με τη δέουσα σοβαρότητα και υπευθυνότητα, όπως αρμόζει σε ένα ζωτικής σημασίας τομέα για μία χώρα. Αν δεν κάνω λάθος στην ίδια μελέτη του 2012 το Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είχε καταταγεί στην 31η θέση πίσω από τη Βουλγαρία και μάλιστα με αρνητικό πρόσημο στη βαθμολογία της. Η όλη ανησυχία των αρμοδίων διήρκεσε δύο μέρες και ολοκληρώθηκε με μερικές δηλώσεις γενικής φύσεως εμπλουτισμένες με οσκαρικά βλέμματα ταραχής, σαν τους προπονητές που η ομάδα τους έχασε από αυτογκόλ και πρέπει να κάνουν δηλώσεις στη συνέντευξη τύπου. Από τότε δεν είδα κανένα ουσιαστικό μέτρο «διάσωσης» (μια που είναι της μόδας η λέξη) του εκπαιδευτικού συστήματος, καμία σοβαρή πρόταση ανάκαμψης και φυσικά κανένα έργο. Αντ’ αυτού είχαμε συνεχόμενες μειώσεις στις δαπάνες για την εκπαίδευση, αύξηση των φοιτητών που εγκατέλειπαν τις σπουδές τους γιατί οι οικογένειές τους δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν οικονομικά, αρνητικό ρεκόρ διαρροής αποφοίτων στο εξωτερικό και αδυναμία σύνδεσης της εκπαίδευσης με την επιχειρηματικότητα και την αγορά. Αναφορικά, με το τελευταίο (σύνδεση της εκπαίδευσης με την επιχειρηματικότητα) η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι στις τελευταίες θέσεις μεταξύ των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σήμερα, που η Ελλάδα έχει πέσει ακόμα πιο χαμηλά στην κατάταξη (33η θέση) η αντίδραση από το Υπουργείο Παιδείας ήταν η κλασική. Μία απλή δήλωση, με κάποια δόση παραδοχής, ότι η συγκεκριμένη έρευνα αναδεικνύει αυτά τα οποία το Υπουργείο Παιδείας έχει διαπιστώσει, αλλά ωστόσο όπως πάντα φταίνε οι προηγούμενοι, αφού το εκπαιδευτικό σύστημα ήταν αντιαναπτυξιακό και χωρίς στρατηγική. Επίσης, στη δήλωσή τους αναφέρθηκαν σε μέτρα και δράσεις ανάκαμψης που έχουν ξεκινήσει από το 2012 για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης. Ωστόσο, έχω την εύλογη απορία, τι είδους μέτρα ανάκαμψης είναι αυτά, αφού πέσαμε άλλες δύο θέσεις στην κατάταξη;
Οι νέοι της Ελλάδας «παίρνουν» από το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά λόγω της δυσλειτουργίας του, αδυνατούν να «δώσουν» πίσω στην κοινωνία και είτε μεταναστεύουν στο εξωτερικό, είτε είναι αδρανείς. Πρέπει να αναλογιστούμε σοβαρά, τις επιπτώσεις που θα επιφέρει μελλοντικά στην οικονομία μας και στην κοινωνική δομή της χώρας αυτή η κατάσταση. Τέλος, θα πρέπει σαν χώρα να καταλάβουμε αυτό που είπε και ο διευθύνων εκπαίδευσης της OECD (Organization for Economic Co-operation and Development), ότι πλέον, η παγκόσμια οικονομία δεν πληρώνει για τις γνώσεις κάποιου, αλλά για τι μπορεί αυτός να κάνει με τις γνώσεις που έχει.
Ως ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας και Έρευνας τι θα προτείνατε ώστε να μην οδηγούνται πολλοί απόφοιτοι σχολών θετικών επιστημών σε χώρες του εξωτερικού για να ασχοληθούν με τον τομέα της έρευνας.
Η εύλογη απάντηση είναι να αναπτυχθεί ο τομέας της έρευνας στην Ελλάδα, να γίνει πιο ουσιώδης, με κύρος, ελεγχόμενος και να δημιουργηθούν υποδομές χρηματοδότησης. Το θέμα είναι πως πρακτικά αυτό μπορεί να γίνει. Αρχικώς, δεν πρέπει να συγχέουμε την έρευνα με την παραγωγή επιστημονικών άρθρων. Εκεί η Ελλάδα τα πάει καλά, είτε γιατί πολλοί προπτυχιακοί, μεταπτυχιακοί και διδακτορικοί φοιτητές κάνουν όλη τη δουλειά, συμβάλλοντας στη νέα μανία συλλογής άρθρων, είτε γιατί αυτή η μανία μας έχει κάνει παραγωγικούς γραφιάδες. Ωστόσο ξεχνάμε την ουσία της έρευνας, που είναι η παραγωγή ενός νέου αποτελέσματος ή μεθόδου, ενός καινοτόμου αντικειμένου, που έχει χρήση και εφαρμογή με στόχο να βελτιωθεί ή να προσφέρει κάτι και όχι απλά να γραφτεί. Οπότε πρωτίστως, πρέπει να δώσουμε στην έρευνα την αξία που της αρμόζει και να τη στηρίξουμε. Τα ελληνικά Ερευνητικά Ινστιτούτα, μεταξύ αυτών και το ΙΤΕ, όπως και τα Ιδρύματα αυτών, συγκαταλέγονται στην κορυφή της κατάταξης στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες λίστες. Πρόσφατα ανακοινώθηκε από το ΙΤΕ η δημιουργία του ισχυρότερου λέιζερ εκπομπής ατόμων στον κόσμο. Ελάχιστοι το γνωρίζουν. Τα ΜΜΕ δεν ασχολούνται και κανείς δε λέει τα θετικά. Ναι, πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για τα ελληνικά Ινστιτούτα, τα οποία όχι απλά επιβιώνουν αλλά και πρωταγωνιστούν σχεδόν αβοήθητα. Βλέπετε κάποιοι τρελαμένοι ερευνητές είναι πολύ δουλευταράδες. Μην εθελοτυφλούμε, οι περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, η έμφαση στον τουρισμό και σε άλλους τομείς δεν αρκούν. Η έρευνα, η σύνδεσή της με την αγορά και την επιχειρηματικότητα μπορούν να αποφέρουν ουσιαστικά και άμεσα θετικά αποτελέσματα. Αν συνδέσουμε μέσω ενός συγκεκριμένου και ορθά οργανωμένου μοντέλου την εκπαίδευση με την αγορά και την καινοτομία, αν δώσουμε τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να προσεγγίσουν τα Πανεπιστήμια, περιορίζοντας την ανούσια γραφειοκρατία, θα μπορούμε να μιλάμε για ένα παραγωγικό εκπαιδευτικό σύστημα. Μπορούν και πρέπει να δημιουργηθούν Μονάδες ή Κέντρα Καινοτομίας σε κάθε περιφέρεια, τα οποία θα αξιολογούν προτάσεις αριστούχων αποφοίτων, θα ενισχύουν κατά το ήμισυ οικονομικά την υλοποίηση της ιδέας, ενώ συγχρόνως θα έχουν ελεγκτικό, συμβουλευτικό και υποστηρικτικό ρόλο, στα υλοποιήσιμα έργα.
Επίσης, δεν γίνεται οι ερευνητές που λαμβάνουν μία ελάχιστη χρηματοδότηση ή οι υπότροφοι, να καλούνται να βγάλουν μπλοκάκι, να έρχονται αντιμέτωποι με ένα φορολογικό ναρκοπέδιο και στο τέλος αυτά που καλούνται να πληρώνουν μηνιαίως να είναι περισσότερα από τα ελάχιστα ευρώ μιας υποτροφίας. Έτσι δεν ενισχύεις την έρευνα, αλλά αποτρέπεις και αυτούς που θέλουν να ασχοληθούν, να το κάνουν.
Συνάμα, έχουμε και ένα θέμα στο κομμάτι της αξιοκρατίας. Αν δεν έχεις «μπάρμπα από την Κορώνη», φεύγεις στο εξωτερικό. Δυστυχώς, δεν μπορεί κανένας αριθμός βραβείων, πτυχίων και διακρίσεων, να ανταγωνιστεί τη συγγενική ή κομματική προτίμηση ή την προσωποποιημένη προκήρυξη. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτός που επιλέγεται δεν έχει τα επαρκή προσόντα για το έργο που αναλαμβάνει. Οπότε, το τελικό αποτέλεσμα είναι να μιλάμε απλά για τα ελάχιστα παραδοτέα που απαιτεί ένα πρόγραμμα και όχι για ουσιαστικό έργο, με παραγωγικά παραδοτέα. Κάπως έτσι χαλάμε και τη συνολική μας εικόνα και μετά απορούμε γιατί δε μας εμπιστεύονται στο εξωτερικό.
Ακόμα ένα κομμάτι είναι η εξωστρέφεια. Υπάρχουν πολλά Ευρωπαϊκά ή Διεθνή χρηματοδοτούμενα ερευνητικά προγράμματα, αλλά στα πλαίσια της συνεργασίας και της ομαδικής εργασίας, απαιτείται η συνύπαρξη περισσότερων των δύο Ιδρυμάτων ή Πανεπιστημίων από διαφορετικές χώρες. Σε αρκετές περιπτώσεις δεν στοχεύουμε σε αυτά τα προγράμματα, αλλά μόνο στα εγχώρια, είτε γιατί δεν έχουμε μάθει να συνεργαζόμαστε, είτε γιατί αυτό απαιτεί δουλειά υψηλού επιπέδου, οπότε μένουμε κλεισμένοι «εντός των τειχών». Κάποιος που δεν έχει μάθει να «σηκώνει μανίκια» για να δουλέψει, δε θα τα σηκώσει ποτέ. Η καινοτομία και η έρευνα είναι δύο τομείς στους οποίους επενδύονται τεράστια ποσά παγκοσμίως, πρέπει να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία μας, να φύγουμε από το μονοδιάστατο μοντέλο εσωστρέφειας, να ανοιχτούμε σε συνεργασίες, να συνδεθούμε με την αγορά και τις ανάγκες της, να παραδειγματιστούμε από ορθές πρακτικές κορυφαίων Πανεπιστημίων και να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί και αποδοτικοί.
Σε ποιο στάδιο βρίσκεται η ορθοπαιδική εμβιομηχανική και πόση σημασία πιστεύετε πως πρέπει να δοθεί στην καινοτομία από την πλευρά της ελληνικής κοινωνίας;
Γενικά, πρέπει να είμαστε ευέλικτοι και να ακολουθούμε τους καιρούς. Η σημερινή πραγματικότητα και η διαφοροποίηση που αυτή έχει προκάλεσε, διαμορφώνει ένα νέο πλαίσιο μορφωτικών και κοινωνικών αναγκών. Οι επενδύσεις στην καινοτομία και η προώθηση των παραγόμενων αποτελεσμάτων, ιδεών ή προϊόντων είναι καίριας σημασίας αν θέλουμε να γίνουμε μια ανταγωνιστική χώρα και να αποκαταστήσουμε την ανάπτυξη.
Η εμβιομηχανική είναι ένας σχετικά άγνωστος κλάδος στην Ελλάδα, εν συγκρίσει με τον υπόλοιπο κόσμο, όπου υπάρχουν ειδικά Πανεπιστήμια και Σχολές αποκλειστικά και μόνο για τον ευρύ επιστημονικό κλάδο της εμβιομηχανικής. Πρόκειται για έναν πεδίο με πολύ μέλλον, με τεράστιο φάσμα πρακτικών εφαρμογών, που έχει τη δυνατότητα να δώσει λύσεις σε πολλά κομμάτια της ιατρικής και της βιολογίας. Μεγάλα ποσά ερευνητικών χρηματοδοτήσεων τα τελευταία χρόνια δίνονται γύρω από την επίλυση επιστημονικών προβλημάτων με τις αρχές τις εμβιομηχανικής και της απεριόριστης καινοτομίας που αυτή μπορεί να εντάξει. Η ορθοπαιδική εμβιομηχανική είναι μόνο μία από τις υποκατηγορίες της ιατρικής εμβιομηχανικής.
Υπάρχουν πολλοί επιστημονικοί και ερευνητικοί κλάδοι στην Ελλάδα, που βρίσκονται σε εμβρυικό στάδιο αναγνώρισης και εφαρμογής, καθώς τείνουμε να είμαστε προσκολλημένοι σε παλαιωμένες πρακτικές, διατηρώντας μία απόσταση από την εξέλιξη. Τα πράγματα εξελίσσονται και πρέπει να ακολουθούμε τις εξελίξεις και να είμαστε προετοιμασμένοι για αυτές. Η τεχνολογία κάνει γιγάντια βήματα, δεν γίνεται να μείνουμε σαν χώρα αδρανείς σε αυτό, όταν έχουμε το βασικό υλικό, δηλαδή τους φοιτητές και τους ερευνητές. Αντί να τους εξάγουμε, ας τους δώσουμε τη δυνατότητα να δημιουργήσουν στην Ελλάδα. Ας του δώσουμε τη βάση να πάνε την Ελλάδα μπροστά.
Έχοντας επαφή με ευρωπαϊκά προγράμματα και δράσεις εκτός του ελληνικού χώρου, σας βρίσκει σύμφωνη η γενικότερη τάση που παρατηρείται σε αξιοσημείωτο ποσοστό νέων της μαζικής τους μετανάστευσης σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες;
Εδώ συγκρούονται δύο απόψεις. Η μία είναι η προσωπική, η οποία λέει πως αν κάποιος βάλει σε μια ζυγαριά τα ποσοτικά κριτήρια, δηλαδή τον καλύτερο μισθό, τις καλύτερες και πιο σύγχρονες συνθήκες εργασίας, τη δυνατότητα να δουλέψει πάνω στο αντικείμενό του και να αξιοποιήσει τους κόπους τόσων ετών με αξιοπρέπεια, την εργασιακή αξιοκρατία και την αντικειμενική επιβράβευση του παραγόμενου έργου, τότε καλά κάνει και φεύγει. Δε σου κρύβω, πως τα τελευταία πέντε χρόνια είμαι με το ένα πόδι στην Ελλάδα και με το άλλο στο εξωτερικό. Το μόνο που κρατάει τον μισό μου εαυτό πίσω, είναι το πείσμα του να παλέψω μέχρι τέλους και η εσωτερική άρνηση του να δεχτώ ότι θα αναγκαστώ ή να το θέσω καλύτερα, θα με αναγκάσουν οι «μονομάχοι» των προσωπικών και κομματικών συμφερόντων να φύγω.
Ο όρος «brain drain», όπως ονομάστηκε η μαζική μετανάστευση του επιστημονικού προσωπικού, δεν είναι τάση, είναι εκφύλιση. Είναι η εκφύλιση ενός λαού και αυτή είναι η δεύτερή μου άποψη. Δεν αναφέρομαι μόνο στη δημογραφική εκφύλιση, λέγοντας πάντα το παράδειγμα ότι δε διαφέρουμε με τα χωριά που ερήμωναν, όταν οι νέοι έφευγαν για ένα καλύτερο μέλλον στις μεγάλες πόλεις. Ούτε στο ότι κανείς δεν έχει υπολογίσει τη μακροχρόνια επίπτωση που θα έχει αυτή η «εξαγωγή» εργατικού προσωπικού στη δυναμική παραγωγή της χώρας. Αναφέρομαι και στην ηθική εκφύλιση. Την εκφύλιση της αξιοπρέπειας. Το να αναγκάζεσαι να φεύγεις και να αφήνεις πίσω τη ζωή σου, γιατί ο μισθός σου στην Ελλάδα δεν επαρκεί για να ζήσεις την οικογένεια σου. Δεν επαρκεί για να στηρίξεις τους γονείς που ενδεχομένως λαμβάνουν μια σύνταξη «φιλοδώρημα». Το να αναγκάζεσαι να φύγεις, γιατί η αξιοπρέπειά σου έχει καταρρακωθεί όντας άνεργος, μετά από τόσο διάβασμα και τόσα όνειρα. Ακόμα και αν αποφασίσεις να αλλάξεις επαγγελματικό προσανατολισμό, σε πολλές περιπτώσεις συναντάς τεράστια φορολογικά ή γραφειοκρατικά εμπόδια. Αναγκάζεσαι να φύγεις, όταν αντιλαμβάνεσαι πως αν δε γίνεις μέρος του συστήματος ή υπηρέτης αρχόντων δεν μπορείς να σταθείς, αν θέλεις να παραμείνεις ηθικός. Αναγκάζεσαι να φύγεις, όταν δεν μπαίνεις στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα αν και διάβασες και έγραψες άριστα, απλά γιατί κάποιος άλλος είχε «μέσο». Και όταν πας κάπου, όπου όλα αυτά δεν υπάρχουν και ξανανιώθεις αξιοπρεπής, γυρίζεις;
Δεν είναι παινεσιά, αλλά σε όσα προγράμματα στο εξωτερικό έχω δουλέψει και όπου συναντάω Έλληνες, αυτοί χαίρουν σεβασμού και θεωρούνται τα δυνατά χαρτιά κάθε ερευνητικής ομάδας. Έχουμε στοιχεία στο γονιδίωμα μας μοναδικά, όπως είναι η ευελιξία, το δημιουργικό πνεύμα, η δυνατότητα ελιγμού και αντιμετώπισης απρόοπτων συνθηκών και φυσικά η μακροχρόνια εφαρμογή της γνώσης και το πείσμα στην εργασία. Πρέπει να δημιουργηθούν οι συνθήκες, ώστε οι νέοι να μείνουν στη χώρα μας και να επιστρέψουν πολλοί από αυτούς που φύγανε. Διαφορετικά μπορούμε να καμαρώνουμε, πως τελικά σαν χώρα έχουμε βιομηχανία. Και μάλιστα με το μοναδικό προϊόν που ενισχύει την παραγωγή των άλλων χωρών.
Πως μπορούμε να πείσουμε ως χώρα ξένους φοιτητές να έρθουν να σπουδάσουν στην Ελλάδα;
Αρχικώς, για να έρθουν ξένοι φοιτητές να σπουδάσουν στη χώρα μας πρέπει να έχουμε τις κατάλληλες συνθήκες. Όπως έχω ξαναπεί, οφείλουμε να γίνουμε πιο εξωστρεφείς. Ως επί το πλείστον στα Πανεπιστήμιά μας, τα μαθήματα διδάσκονται μόνο στα Ελληνικά, γιατί να έρθει ο ξένος φοιτητής; Πως θα κατανοήσει το διδασκόμενο μάθημα; Πρέπει επομένως, όπως γίνεται στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες που δεν έχουν κύρια γλώσσα την αγγλική, μερικά μαθήματα (έστω επιλογής) ή ορισμένα αντικείμενα να διδάσκονται στα αγγλικά ή και στα αγγλικά. Το πρόγραμμα Erasmus+ με αυξημένο συνολικό προϋπολογισμό στα 14,7 δισεκατομμύρια, δίνει τη δυνατότητα σε φοιτητές διαφόρων χωρών να διδαχθούν το αντικείμενό τους σε άλλη χώρα, λαμβάνοντας ταυτόχρονα επιστημονικά και πολιτιστικά μία πιο πρισματική εμπειρία και γνώση. Αλλά ουσιαστικά, εμείς σαν χώρα έχουμε γυρίσει την πλάτη στα προγράμματα Erasmus, με εξαίρεση ορισμένες σχολές που σχεδόν εξατομικευμένα προσαρμόζουν το ήμισυ του πρακτικού μέρους του μαθήματος στα αγγλικά. Δυστυχώς, προς το παρόν απευθυνόμαστε μόνο στο ελληνόφωνο κοινό και είναι σαν να λέμε, πως δε θέλουμε αυτή τη χρηματοδότηση για τα Πανεπιστήμιά μας.
Επιπλέον, τα προγράμματα Erasmus βοηθάνε πάνω από 4 εκατομμύρια άτομα να αποκτήσουν επαγγελματική κατάρτιση και εμπειρία και οργανώσεις ή φορείς να συνεργαστούν με ομολόγους σε άλλες χώρες. Συνάμα, η εισροή φοιτητών μέσω των προγραμμάτων Erasmus ενισχύει οικονομικά τα Πανεπιστήμια (αντίβαρο στις μειωμένες δαπάνες) και αποτελεί ένα μέσο εκπαιδευτικού τουρισμού. Άρα, πρώτο μας μέλημα είναι να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες υποδομές.
Επιπλέον, η ίδρυση Ιδιωτικών Πανεπιστημίων μπορεί αναντίρρητα να ενισχύσει αυτόν τον τομέα. Όσοι βλέπουν δαίμονες στην ίδρυση των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων, θα πρέπει να βγάλουν τις παρωπίδες και να δούνε, πως αρχικά η ίδρυσή τους θα ενισχύσει τη δυναμική του έργου και της αποτελεσματικότητας, λόγω ανταγωνισμού, και των κρατικών Πανεπιστημίων. Επίσης, χιλιάδες έλληνες φεύγουν κάθε χρόνο για σπουδές στο εξωτερικό. Γιατί να μη δώσουμε τη δυνατότητα, επιλεγμένα και με αξιολόγηση, να έρθουν μερικά από τα καλύτερα Πανεπιστήμια παγκοσμίως και στη χώρα μας, ώστε να μπορούν αυτοί οι φοιτητές να σπουδάσουν στο Πανεπιστήμιο της αρεσκείας τους εντός συνόρων; Ταυτόχρονα, μπορούμε να προσελκύσουμε Άραβες και άλλους φοιτητές, οι οποίοι εκδηλώνουν το ενδιαφέρον για σπουδές στην Ελλάδα, αλλά καθώς δεν υπάρχουν οι δομές, πάνε στην Τουρκία. Επομένως, δε χρειάζεται να τους πείσουμε. Πρέπει απλά να δημιουργήσουμε το υπόβαθρο.
Γιατί το ελληνικό κράτος ανέκαθεν δαπανούσε πολύ μικρά ποσοστά για την εκπαίδευση, συγκριτικά με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες;
Αν πούμε απλά ότι οι δαπάνες για την εκπαίδευση μειώθηκαν κατά 35%, ίσως να μη μπορούμε να προσδιορίσουμε πρακτικά τι σημαίνει αυτό. Αν πούμε όμως, ότι βρισκόμαστε συνήθως σε μία από τις τρεις τελευταίες θέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ, αναφορικά με τις συνολικές δαπάνες για την εκπαίδευση, τότε ίσως να έχουμε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα, για το τι αγώνα κάνουν καθημερινά οι εμπλεκόμενοι με την εκπαίδευση (διδακτικό προσωπικό, ερευνητές, φοιτητές κ.α.), ως προς τα μέσα τα οποία διαθέτουν. Είχα πει στο παρελθόν, πως στο εκπαιδευτικό σύστημα υπάρχουν ορισμένοι «ήρωες» και οραματιστές, οι οποίοι παράγουν πολλά από το τίποτα, «δημιουργούν» με ελλιπή εξοπλισμό και χάρη σε αυτούς, κάπως σώζεται η παρτίδα.
Μείωση δαπανών δεν έχουμε μόνο στην εκπαίδευση. Γενικότερα, η εκάστοτε ελληνική πολιτική ηγεσία και οι ιθύνοντες πιστεύουν, πως με μέτρα λιτότητας, περιορισμούς και μειώσεις, μπορείς να έχεις ανάπτυξη. Την ασύλληπτη αυτή ιδέα προσπαθούν να τη σφηνώσουν και στα μυαλά των πολιτών. Πως γίνεται όταν μειώνεις κάτι, να περιμένεις ανάπτυξη; Δηλαδή, μειώνοντας το νερό και το λίπασμα σε ένα φυτό, περιμένω αυτό να μεγαλώσει και να ανθίσει; Πιστεύω πως, η κρίση είναι απλά ένα πρόσχημα.
Η εκπαίδευση είναι από τους βασικούς τομείς, στους οποίους μια χώρα με δυσχερή οικονομική θέση πρέπει να επενδύσει για να ανακάμψει. Ωστόσο, αυτό δεν είναι συμφέρον για την ολιγαρχία. Δυστυχώς, οι επηρμένοι «σοφοί» δεν θέλουν να ακούσουν. Δεν είναι και πολύ βολικό.
Πως μπορεί ένα κόμμα να διακηρύττει ότι είναι σε θέση να συνεργαστεί με οποιοδήποτε εκ των δύο μεγάλων -και εκ διαμέτρου αντίθετων μεταξύ τους- κομμάτων για να κάνει κυβέρνηση;
Νομίζω ότι κάπου χανόμαστε στη μετάφραση. Για αυτό ίσως φταίει ο παλαιοκομματικός και συμφεροντολογικός τρόπος με τον οποίον εννοούνταν η συνεργασία. Το Ποτάμι δεν μιλάει για κομματικού συμφέροντος συνεργασία, όπου γίνεται ένα μοίρασμα υπουργείων, βολεύονται και μερικοί χαϊδεμένοι και αυτό είναι όλο. Καλώς ή κακώς δεν υπάρχει πλέον η πολυτέλεια αυτόνομων κυβερνήσεων και μερικοί πρέπει να το καταλάβουν αυτό. Πρέπει να αφήσουν τους εγωισμούς τους και τις ματαιοδοξίες τους και να εργαστούν κάποια στιγμή όχι για το κομματικό συμφέρον, αλλά για το συμφέρον της χώρας, το συμφέρον του απλού κόσμου. Για αυτού του είδους τη συνεργασία μιλάει το Ποτάμι. Δε θέλουμε ομπρέλες να μπούμε στη σκιά τους, θέλουμε να μιλήσουμε ουσιαστικά για τα προβλήματα της κοινωνίας και να κάνουμε πράξη της λύσεις. Για να διευκολύνω τη μετάφραση, το Ποτάμι δεν έχει σκοπό να συμπορευτεί ή να ακολουθήσει κανέναν. Το Ποτάμι λέει, πως θα παρουσιάσει μερικές λύσεις απτές και άμεσα εφαρμόσιμες και όποιος δεχτεί να τις υλοποιήσει από κοινού με δεσμεύσεις για το καλό της κοινωνίας, αυτός θα είναι και ο συνεργάτης, ως προς την πραγματοποίηση των θέσεών μας. Μέχρι εκεί. Δεν έχουμε περιθώρια για πειραματισμούς ή ευκαιριακές πράξεις, όπως γίνονταν μέχρι σήμερα. Ούτε είναι λογικό η χώρα να είναι στο χείλους του γκρεμού και να μην μπορούμε να καθίσουμε σε ένα τραπέζι να συζητήσουμε, γιατί αυτό δεν εξυπηρετεί το προσωπικό συμφέρον ορισμένων. Λύσεις άμεσες και πραγματοποιήσιμες υπάρχουν, ας αφήσουμε στην άκρη τις σκιές μας για να κοιτάξουμε προς το φως.
Πρωτοδημοσιεύθηκε στο flust.gr.